1 Δεκ 2014

PING #2

Αφού κέρδισε η "Αριστερά", γιατί τόση κατήφεια "σύντροφοι";

Κομμουνιστική τακτική και Τοπική Διοίκηση: Ο φόβος και το παράδοξο της "ασφαλούς ψήφου" (Αναδημοσίευση από το Lenin Reloaded)

Καταρχήν, ξυδάκι για μερικούς μερικούς "συντρόφους" που λύσσαξαν μετά το συλλαλητήριο, την απεργία και την διαρκή αναπόφευκτη σύγκριση μεταξύ Πάτρας, Χαιδαρίου, Πετρούπολης κλπ από τη μία και Ιερισσού, Φιλαδέλφειας, Περιφέρειας κλπ από την άλλη και περίμεναν πώς και πώς μια συντριβή στην Καισαριανή για να ξεσπαθώσουν. Το ξεπούλημα και το βόλεμα αναβάλλεται για τουλάχιστον μία 5ετία, προς το παρόν πάλι στις τρύπες σας να προετοιμάζετε τα συνηθισμένα κομπρεμί σας.

Κυρίως, όμως, συγκεντρωμένο ένα εξαιρετικό κείμενο από το Lenin Reloaded (εδώ και εδώ τα δύο μέρη του) που εξηγεί γιατί μελλοντικά μπορούμε να περιμένουμε πολλές περισσότερες Πάτρες και Καισαριανές και τι ακόμα μπορεί να σημαίνει αυτό. Ο όποιος σχολιασμός παρακαλώ στο αυθεντικό post, έχει πολύ περισσότερο ενδιαφέρον και ζουμί ο διάλογος που γίνεται εκεί.

 *-*-*-*-*-*-*-*-*-*-*-*-*-*

Κομμουνιστική τακτική και Τοπική Διοίκηση: Ο φόβος και το παράδοξο της "ασφαλούς ψήφου"

 Με την νίκη της Λαϊκής Συσπείρωσης χθες στην Καισαριανή επισφραγίστηκε ένα ιδιότυπο ρεκόρ, που τη θέλει να κερδίζει το 100% των Δήμων στους οποίους συναγωνίστηκε σε "μπαράζ" με άλλο συνδυασμό, είτε προερχόμενο από τη συγκυβέρνηση, είτε από την αντιπολίτευση, είτε από τυπικούς ή άτυπους συνδυασμούς των δύο.
Το ιδιότυπο αυτό ρεκόρ του συνδυασμού ενός κόμματος που πόρρω απέχει απ' το να είναι μείζων κοινοβουλευτική δύναμη έρχεται να συμπληρώσει σε "ιδιοτυπία" το γεγονός ότι στην πρώτη Κυριακή των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, η Λα.Συ πήρε συνολικά 498.473 ψήφους, ή γύρω στις 160.000 ψήφους περισσότερες από ό,τι πήρε το ΚΚΕ στις ευρωεκλογές μία εβδομάδα μετά. Με δεδομένο ότι η στενή σχέση της Λα.Συ με το ΚΚΕ σε κάθε επίπεδο κάθε άλλο παρά αποκρύπτεται (όπως αποκρυπτόταν η σχέση πολλών υποψηφίων δημάρχων με κόμματα, δια του γνωστού τρικ του "ανεξάρτητου υποψηφίου"), οι δύο αυτές ιδιοτυπίες, που συγκλίνουν σε μια εικόνα συγκριτικά μεγαλύτερης ισχύος του ΚΚΕ σε τοπικό επίπεδο από ό,τι σε εθνικό, καλούν σε κάποιες εξηγήσεις και συμπεράσματα.


Στην ανάρτηση "Ζητήματα απεύθυνσης ΙΙ", που αναδημοσίευσα χθες, ξεκίνησα τη διερεύνηση μίας συγκεκριμένης πλευράς αυτού του ερωτήματος. Κατά τη γνώμη μου όμως, οι παράγοντες που διαμορφώνουν την ιδιοτυπία είναι πολλοί και πολύπλοκοι. Εδώ θα καταπιαστώ με αυτά που ονομάζω "φόβο" και "παράδοξο της ασφαλούς ψήφου", και ελπίζω κατόπιν να μπορέσω να συνεχίσω και με τα άλλα επιμέρους ζητήματα που εμφανίζονται κάτω απ' το ευρύτερο ζήτημα της Τ.Δ ως γόνιμου και δυνητικά καινοτόμου χώρου για την κομμουνιστική τακτική σήμερα.

Πριν διασαφηνίσω τι εννοώ με τη φράση "παράδοξο της ασφαλούς ψήφου", θα πρέπει να εξηγήσω αρκετά αναλυτικά το ζήτημα της σχέσης της κομματικής επιλογής με την "ασφάλεια", και συνεπώς και με το αντίθετό της, με την ανασφάλεια και το φόβο: μεγάλη μερίδα του κόσμου της εργασίας, του φυσικού δηλαδή αποδέκτη της συνολικής κομματικής πολιτικής, φοβάται το ΚΚΕ. Και χθες ακόμα, μεγάλο τμήμα --νομίζω πλειοψηφικό τμήμα-- των κατοίκων της Καισαριανής απείχε από την εκλογική διαδικασία. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό τι είναι αυτό το οποίο ο κόσμος αυτός φοβάται, γιατί ο φόβος αυτός, σε αντίθεση με τον ψευδοσνομπισμό που αμυντικά επιδεικνύει απέναντι στο κόμμα, είναι πραγματικός.

Ο φόβος για τον οποίο μιλάω έχει εξ αρχής μια ολότελα παράδοξη δομή: αφενός, εμπερικλείει τον φόβο του ΚΚΕ ως πρωτοπορίας της εργατικής εξουσίας. Είναι ο φόβος που κωδικοποιείται στο όνομα "Στάλιν" και στον χαρακτηρισμό "σταλινικός", ο φόβος ότι τα ίδια τα λαϊκά στρώματα θα βρεθούν απέναντι, θα διωχθούν, θα καταπιεστούν, θα γίνουν θύματα τρομοκρατίας κλπ. Το γεω-ιστορικό αναφερόμενο αυτού του φόβου είναι κατά βάση η ΕΣΣΔ, κυρίως της δεκαετίας του 1930, και οι πηγές του η αστική αντισοβιετική προπαγάνδα.

Αυτός ο φόβος, ο φόβος που αντανακλά την προπαγανδιστική ηγεμονία της αστικής τάξης πάνω στον τρόπο σκέψης του λαού, περικλείει και καμουφλάρει ταυτόχρονα έναν εντελώς διαφορετικό, αντιδιαμετρικό στην ουσία φόβο. Τον φόβο όλων των άλλων αν το ΚΚΕ πάρει την εξουσία: τον φόβο της ΕΕ, τον φόβο του ΝΑΤΟ, τον φόβο της αντίδρασης του εγχώριου και διεθνούς κεφαλαίου. Το γεω-ιστορικό αναφερόμενο αυτού του δεύτερου φόβου είναι η ίδια η Ελλάδα, κυρίως στην περίοδο 1944-1974. Για τα λαϊκά στρώματα, αυτή η τριακονταετία σηματοδοτεί μια βαθιά ριζωμένη σύνδεση του ΚΚΕ με την συντριπτική και αιματηρή ήττα. Την διάψευση μιας πίστης στη νίκη που κάνει το ΚΚΕ να εμφανίζεται ως κόμμα που "μας πήρε στο λαιμό του." Σ' αυτόν τον φόβο, οι όροι αντιστρέφονται: οι κομμουνιστές δεν είναι οι διώκτες αλλά οι διωκόμενοι· δεν κλείνουν το λαό σε Γκουλάγκ, αλλά κλείνονται από άλλους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης· δεν εκτελούν, αλλά εκτελούνται· δεν βασανίζουν, αλλά βασανίζονται. Αυτοί και όλοι όσοι τους πίστεψαν. Ο δεύτερος φόβος δεν είναι "τι θα μου κάνει το ΚΚΕ αν πάρει την εξουσία", αλλά "πώς θα με προστατέψει το κόμμα της μαρτυρικής ήττας απ' το τι θα μου κάνουν οι άλλοι."

Στριμωγμένα ανάμεσα σε δυο αντιφατικούς φόβους, τα λαϊκά στρώματα δυσκολεύονται πάρα πολύ να τους διαχειριστούν και να απεμπλακούν απ' την αντίφαση, πράγμα που τα δυσκολεύει εξαιρετικά να αντιμετωπίσουν έναν τρίτο φόβο, που έχει το "προνόμιο" να είναι ο μοναδικός που αφορά πρακτικά το παρόν: τον φόβο της ανεργίας, το φόβο της φτώχειας, το φόβο της συντριβής από τους ισχυρούς του κεφαλαίου, εγχώριους και διεθνείς. Πού να βρουν σύμμαχο; Πώς να δουν ως σύμμαχο κάποιον που φοβούνται ως εχθρό, και που ταυτόχρονα φοβούνται ως σύμμαχο;

Απέναντι στην βασανιστική θέση ενός λαού παραλυμένου από έναν αντιφατικό φόβο και ανήμπορο μπροστά στον ρεαλιστικό φόβο που του επιβάλλει η σημερινή πραγματικότητα, πώς να απαντήσει το κόμμα;

Το κόμμα δεν μπορεί να αμβλύνει τον πρώτο φόβο λέγοντας στο λαό "μην ανησυχείς, εμείς αποκηρύσσουμε την ΕΣΣΔ και τον Στάλιν." Αν το έκανε αυτό, τότε θα έδινε στον πραγματικό του αντίπαλο ομολογία υποταγής. Όμως αυτοί που θαυμάζουν τον Νίκο Ρωμανό επειδή είπε ότι αρνείται να παραδεχτεί την εξουσία του δικαστηρίου να τον κρίνει, θα έπρεπε να καταλάβουν ότι αυτό ακριβώς κάνει και ο κομμουνιστής που αρνείται να απολογηθεί για την ιστορία της ΕΣΣΔ μπροστά στο ιστορικό δικαστήριο που επιβάλλουν αυτάρεσκα οι νικητές. Η απόρριψη του "αντισταλινισμού" είναι ηθικό καθήκον για όποιον θεωρεί τον εαυτό του αγωνιστή για το λαϊκό δίκαιο, και θα ήταν το ίδιο επονείδιστο να πει το ΚΚΕ "απεταξάμην τον Στάλιν και την ΕΣΣΔ" στο δικαστήριο της αστικής γνώμης όπως θα ήταν να πει ο Ρωμανός "συγνώμη, δεν ήξερα, με παρέσυραν οι αναρχικοί, τώρα το μετανιώνω και θα είμαι καλό παιδί" (παρεμπιπτόντως, αυτή η επιμονή στην άρνηση μεταμέλειας ενώπιον του εχθρού είναι ένα βασικό πράγμα που κάνει τους "σταλινικούς" να νιώθουν αυθόρμητη συμπάθεια για έναν πολιτικό αντίπαλο όπως ο Ρωμανός).

Δεν μπορεί λοιπόν το ΚΚΕ να αμβλύνει τον πρώτο φόβο χωρίς να αυτοκαταργήσει τις αρχές του ως κόμμα που προσβλέπει στην επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού. Μήπως μπορεί να κάνει κάτι για τον δεύτερο φόβο; Ελάχιστα, στην πράξη. Δεν μπορούμε να πούμε ψέματα πως ο αγώνας του κόμματος δεν είχε τεράστιο κόστος για όσους συστρατεύτηκαν μ' αυτόν, δεν μπορούμε να πούμε πως η ήττα δεν κόστισε πανάκριβα, δεν μπορούμε να συγκαλύψουμε τις ευθύνες μας για την ήττα. Το αντίθετο, είμαστε ηθικά και πολιτικά υποχρεωμένοι να τα παραδεχτούμε και τα τρία, και άρα στην ουσία να πούμε ότι η ιδέα ότι "πήραμε κόσμο που μας πίστεψε στο λαιμό μας" έχει ένα ποσοστό αλήθειας (κι ένα ποσοστό ψέματος, εφόσον δεν τον εξαπατήσαμε συνειδητά, δεν δείξαμε ποτέ κυνισμό, και τα ελείμματά μας δεν ήταν εσκεμμένα· άλλο η αδυναμία να φέρεις την αποστολή σου σε ευτυχές τέλος και άλλο η κυνική εξαπάτηση και χειραγώγηση· το κόμμα πλήρωσε τα λάθη του με δικό του αίμα).

Τι μπορεί να κάνει το ΚΚΕ; Μπορεί να κάνει το παν για να βοηθήσει τον λαό απέναντι στον τρίτο φόβο, τον φόβο απέναντι στη σημερινή πραγματικότητα, και αυτό κάνει. Αλλά το παρόν δεν εμφανίζεται σε κανενός τη συνείδηση ως κάτι αποκομμένο και αδιαμεσολάβητο από το παρελθόν· ο τρίτος φόβος δεν μπορεί να εμφανιστεί σε κανενός τον νου χωρίς να διαμεσολαβηθεί (και να συσκοτιστεί, να συγχυστεί) από τους δύο ιστορικά συσχετισμένους φόβους, τον φόβο που δημιουργεί η ίδια η αστική προπαγάνδα και τον φόβο που δημιουργεί η ιστορική μνήμη των βασάνων ενός λαού. Κατά συνέπεια, το ΚΚΕ δεν μπορεί, ό,τι κι αν κάνει σ' αυτό το επίπεδο απεύθυνσης, να "ξεμπλοκάρει" τα λαϊκά στρώματα απ' την μέγγενη του φόβου στην οποία έχουν παγιδευτεί.

Εκεί έρχεται όμως, σαν απ' το πουθενά (αυτά κάνει η ζωντανή ιστορία!), μια σειρά δυνατοτήτων, πρότερα συσκοτισμένων, που ανοίγει η κατάληψη της πολύ περιορισμένης, "ασθενούς" διακυβερνητικής εξουσίας της Τοπικής Διοίκησης.

Μπορούμε τώρα να επιστρέψουμε στο αίνιγμα του εκλογικού αποτελέσματος του Μάη του 2014, το οποίο επισφραγίστηκε (ως αίνιγμα) και χθες, που η Λα.Συ επικράτησε του πενταπλάσιου και βάλε σε κοινοβουλευτική εκλογική δύναμη αντιπάλου.

Τα συστατικά του αινίγματος είναι τα εξής:
1. Παραδοσιακά στην Ελλάδα, οι ευρωεκλογές αντιμετωπιζόντουσαν ως "χαλαρές" εκλογές, εκλογές όπου μπορούσε κανείς να ψηφίσει "τρελά" γιατί δεν είχαν σημασία. Όμως αυτοί που ψήφισαν στις πιο πρόσφατες ευρωεκλογές τις αντιμετώπισαν εντελώς διαφορετικά και απέφυγαν όπως ο διάολος το λιβάνι να στηρίξουν το ΚΚΕ αν δεν ήταν βαθιά πεπεισμένοι για την αναγκαιότητα και το αναπόδραστο αυτής της στήριξης. Το αποτέλεσμα ήταν πολύ μικρή συγκριτικά ανάκαμψη του κόμματος σε σχέση με τα (σχεδόν) καταστροφικά αποτελέσματα των εκλογών του 2012.
2. Όμως σχεδόν 160.000 άνθρωποι πανελλαδικά φοβήθηκαν πολύ λιγότερο να στηρίξουν τη Λα.Συ στην ίδια ακριβώς χρονική περίοδο.
Συνεπώς, μια εκλογή που αφορά κάτι με το οποίο ελάχιστοι ασχολούνται (κάκιστα πράττοντας) και που οι περισσότεροι δεν έχουν δει και δεν θα δουν ποτέ στη ζωή τους (το ευρωκοινοβούλιο) αντιμετωπίστηκε ως πιο εκφοβιστική από μια εκλογή που αφορά το πιο απτό επίπεδο της καθημερινής ζωής, τη ζωή του Δήμου. Το απόμακρο και αφηρημένο τρομοκράτησε (αν τους στείλουμε στις Βρυξέλλες, θα μας πετάξει έξω η ΕΕ!), το κοντινό και συγκεκριμένο χαλάρωσε τον φόβο.

Αυτό είναι το "παράδοξο της ασφαλούς ψήφου":  το ότι 160.000 περισσότεροι άνθρωποι ξεπέρασαν στην πράξη αυτόν τον φαινομενικά ανεπίλυτο συνδυασμό αντιφατικών φόβων, ξεπέρασαν την παράλυση που επιβάλλει αυτός ο συνδυασμός, ξεπέρασαν ακόμα και την αναγκαστική αδυναμία του ΚΚΕ να ξετυλίξει το κουβάρι των φόβων αυτών για χάρη τους, και ότι τα ξεπέρασαν όλα αυτά απ' τη στιγμή που η επιλογή αφορούσε ό,τι πιο άμεσο και κοντινό στην καθημερινότητα, την εκλογή δημοτικής αρχής.

Ποιος είναι ο βασικός ψυχολογικός μηχανισμός που επιτρέπει αυτή την εντυπωσιακή και παράξενη υπέρβαση για όσους την κάνουν; (δεν μιλάμε για τους πεπεισμένους κομμουνιστές, φυσικά)

Είναι η ιδέα ότι αυτή η ψήφος δεν δίνει στο ΚΚΕ εξουσία, ότι την εξουσία θα την έχει το καπιταλιστικό κράτος. Και απ' την άλλη, η πίστη ότι το ΚΚΕ θα προστατέψει τον ψηφοφόρο απ' αυτή την εξουσία, που ο ίδιος εκχωρεί από φόβο στο κράτος αυτό.

Μια εξόχως αντιφατική αντίληψη, βέβαια. Αλλά μια αντίληψη που αποτελεί επίλυση στην πράξη της αντίφασης των τριών φόβων και έχει την εξής μορφή:
Εφόσον δεν σου δίνω την κεντρική εξουσία, δεν σε φοβάμαι, αλλά σε βλέπω ως αυτό που θα με βοηθήσει να αντιμετωπίσω αυτούς που φοβάμαι, και στους οποίους δίνω την κεντρική εξουσία.
Δηλαδή:
Η ψήφος μου είναι αποτύπωση του γεγονότος ότι στηρίζω αυτό που φοβάμαι (φόβος #3, παρόν), γιατί φοβάμαι τι θα γίνει αν δεν το στηρίξω (φόβος #2, Ελλάδα 1944-1974), αλλά απ' την άλλη εσύ, που δεν το φοβάσαι (το βλέπω ότι δεν το φοβάσαι), μπορείς να με βοηθήσεις να σταθώ απέναντί του, για αυτό και δεν σε φοβάμαι πια ότι θα μου κάνεις κακό (φόβος #1, ΕΣΣΔ). 
Και το κόμμα; Το κόμμα, αίφνης, απελευθερώνεται εντελώς απ' τα δικά του αλλιώς αναπόδραστα όρια. Ποια μορφή παίρνει αυτή η απελευθέρωση; Έχει εξαιρετική σημασία τούτο. Πάρτε μια οποιαδήποτε δήλωση του Πελετίδη και παρατηρήστε τι συμβαίνει εκεί:

1. Δεν υπάρχει "το ΚΚΕ" και "τα άλλα κόμματα". Υπάρχει "εμείς, η λαϊκή συμμαχία, οι άνεργοι, οι απολυμένοι, οι εργαζόμενοι, οι φοιτητές της Πάτρας" και "το κράτος". 

2. Δεν υπάρχει "πρέπει να διαβάσετε Μαρξ και Λένιν και μετά να ρθετε για εξετάσεις". Υπάρχει "αυτά είναι τα προβλήματα, αυτές είναι οι αιτίες, αυτά μπορούμε να κάνουμε μέσα σε αυτά τα πλαίσια που μας δόθηκαν, και αυτά θα κάνουμε, που να μας βάλετε φυλακή."

3. Δεν υπάρχει καμία απόκρυψη του γεγονότος ότι τα παραπάνω είναι κομμουνιστική πολιτική στο επίπεδο Τ.Δ, ότι έχει την έγκριση του ΚΚΕ, ότι είναι κεντρικά συντονισμένη, ότι πρέπει να αναμένεται όπου εκλεγεί δήμαρχος της Λα.Συ. Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει.

Ξαφνικά, αρχίζει να γίνεται εμφανές ότι οι κομμουνιστές δήμαρχοι δεν ασχολούνται με το να διώκουν πολίτες επειδή ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ· ότι δεν έχουν στόχο να μετατρέψουν το Δήμο σε Κ.Ο· ότι δεν αποκλείουν κανένα άνθρωπο που έχει ανάγκη από όση βοήθεια μπορούν να του δώσουν βάσει του τι ψηφίζει· ότι, διάβολε, αυτοί όταν μιλάνε για λαό δεν εννοούν "ψηφοφόρους"· εννοούν εμένα, που δεν διάβασα ποτέ λέξη Μαρξ και Λένιν και δεν ψήφισα ποτέ ΚΚΕ.

Και εκεί αρχίζει η μία νίκη να φέρνει την επόμενη, και την επόμενη. Εκεί αρχίζει να διαφαίνεται στην πράξη τι είναι αυτό το μυστήριο πράγμα που λέγεται Λαϊκή Συμμαχία, και πώς γίνεται αυτοί που κυρήσσουν την αναγκαιότητα της ανελέητης πάλης κατά του οπορτουνισμού να μη με αφήνουν να μείνω χωρίς ρεύμα όταν ψηφίζω ΣΥΡΙΖΑ· πώς γίνεται η πολιτική αντιπαλότητα να μη μεταφράζεται σε πολιτική καταπίεση και δίωξη, και μάλιστα, ενώ όλα τα προηγούμενα χρόνια τα πάντα ρυθμίζονταν βάσει του "με ποιον είσαι", να υπερβαίνουν στην πράξη τον κομματισμό και την πελατειακή σχέση τα αιμοσταγή τέρατα που λέγονται κομμουνιστές!

Πόσο μεγάλα μαθήματα είναι αυτά; Είναι πολύ μεγάλα μαθήματα, αδύνατα αν δεν κερδίσεις τουλάχιστο σε μια τόση δα μάχη. Αν δεν κάνεις το πρώτο βήμα, που καμιά φορά θέλει και τύχη για να το κάνεις, ή έστω πολύ ευνοϊκές συγκυρίες.

Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει τούτο το καινούργιο φρούτο, αυτό με τους κομμουνιστές που είναι συμπαθείς και δεν τους ξορκίζουμε σα βρυκόλακες, αλλά αρχίζουμε να ξαναμαθαίνουμε να εμπιστευόμαστε, να τους ανακαλύπτουμε απ' την αρχή;

Μέχρι σε ένα σημείο αδιευκρίνιστο ακόμα μπορεί να πάει: αναμφισβήτητα, δεν μπορεί να αφήσει εντελώς ανεπηρέαστη τη λογική που έδωσε τις νίκες, τη λογική "σου δίνω μια αδύναμη εξουσία με τον όρο ότι δεν θα έχεις πραγματική εξουσία, ώστε να με βοηθήσεις να σταθώ απέναντι σ' αυτούς που τους δίνω την πραγματική εξουσία": διαλεκτικά, αυτό που επέτρεψε ως πράξη αυτή η λογική, θα αρχίσει να αναδεικνύει την αντιφατικότητα της λογικής, να την ξεπερνά. Θα γίνεται όλο και ευκολότερο για κάποιον να πει: "μισό λεπτό, γιατί να πηγαίνω στην Αθήνα μέσω Ιωαννίνων, όταν ο άλλος δρόμος είναι πολύ βραχύτερος;" Θα γίνεται ευκολότερο για κάποιον να αναρωτηθεί: "καλά, αυτούς τους εμπιστεύομαι για το σπίτι μου και δεν τους εμπιστεύομαι για του διαόλου τη μάνα;"

Και κάπως έτσι, αρχίζει να φθείρεται σιγά-σιγά ο τοίχος της φυλακής του φόβου. Και μεγαλώνει ο φόβος αυτών που φοβάται στα αλήθεια, που φοβόταν πάντα, ο λαός...